Βιβλιοπαρουσίαση Εκ Δυσμών στη Σίνδο

Προσκληση Γκλαβερης Βιβλιοπαρουσίαση "Εκ Δυσμών" στη Σίνδο

“H εκδήλωση της Τετάρτης 22 Ιουνίου 2022 αποτελεί ουσιαστικά την πρώτη ολοκληρωμένη παρουσίαση του βιβλίου μου “Εκ Δυσμών – Μια διαχρονική ενατένιση της ιστορίας της Θεσσαλονίκης και του κάμπου της”, μετά την έκδοσή του πριν από δεκαπέντε μήνες. Προηγήθηκε βέβαια, τον παρελθόντα Νοέμβριο, η ιδιαίτερα τιμητική παρουσίασή του στη Διεθνή ΄Εκθεση Βιβλίου, στις εγκαταστάσεις της ΔΕΘ, η οποία όμως πραγματοποιήθηκε υπό ασφυκτικές συνθήκες χρόνου – μόνο μία ώρα – και προληπτικών μέτρων κατά του covid -19.
Σας περιμένουμε για να ακούσουμε τους ομιλητές – μελετητές του έργου να παραθέτουν τις εκτιμήσεις του γι’ αυτό, κάτω από το έναστρο ουρανό και παρέα με τις νότες και τα μελωδικά τραγούδια της ορχήστρας του Ωδείου Σίνδου “Αλέξανδρος”.
Όπως έγραψε η εφημερίδα “Μακεδονία” στο περυσινό πασχαλιάτικο φύλλο της, σ’ ένα ιδιαίτερα τιμητικό ολοσέλιδο αφιέρωμα για το βιβλίο, ως εραστής – τεχνίτης έχω θυσιάσει χρόνο, χρήμα και κυρίως προσπάθεια, με άμεση ανταμοιβή για όλα αυτά την ικανοποίηση της επιθυμίας μου να παρουσιάσω ένα ολοκληρωμένο και χρήσιμο για την κοινωνία έργο. Η κινητήρια δύναμη που ωθεί έναν ερασιτέχνη συγγραφέα, που ως μη επαγγελματίας δεν διαβιεί από την τέχνη του, είναι το μεράκι του. Κι αυτό που του προσφέρει προωθητική δύναμη στην μοναχική προσπάθειά του είναι η αποδοχή του έργου του από το αναγνωστικό κοινό.”

Από το κάλεσμα του Συγγραφέα Θεόδωρου Γκλαβέρη

ΑΠΟΣΠΑΣΜΑ ΑΠΟ ΤΗΝ ΟΜΙΛΙΑ ΤΟΥ ΠΑΝ. ΘΕΟΔΩΡΟΓΛΟΥ
στην παρουσίαση του βιβλίου “Εκ δυσμών – Στα ίχνη του μακεδονικού ελληνισμού – Μια διαχρονική ενατένιση της ιστορίας της Θεσσαλονίκης και του κάμπου της”
Ο συγγραφέας κατόρθωσε το ακατόρθωτο, καταργώντας το αδιαχώρητο: Όπως προσφυώς σχολίασε από τη ραδιοφωνική της εκπομπή η δημοσιογράφος και συνάδελφος (ως δικηγόρος) Ναυσικά Γκράτζιου, χώρεσε σε χίλιες παρά κάτι σελίδες την «εγκυκλοπαίδεια της Θεσσαλονίκης». Και έχει δίκιο. Η θαυμαστά συστηματική συγκέντρωση όλου αυτού του ιστορικού υλικού και η παράθεση εξαντλητικής βιβλιογραφίας – όχι τίτλων μόνων – σε τέτοιαν έκταση δεν έχουν προηγούμενο. Και μαζί με την Ιστορία και τις ιστορίες (άλλωστε αυτά πηγαίνουν μαζί) συνέταξε και γεωγραφικόν, τοπωνυμικόν, και οικονομικόν οδηγό, με τα ονόματα άλλων εποχών, περιοχών, χωριών, συνοικιών, δρόμων, ασχολιών επαγγελματικών και μή, τις αλλαγές τους, την εμφάνιση και την εξαφάνισή τους, τη σύνδεση εν τέλει παρελθόντος και παρόντος.
Θα μπορούσε κανείς να πει ότι αυτά ενδιαφέρουν τους φιλίστορες. Όμως, έστω λίγο, όλοι δεν γινόμαστε φίλοι της Ιστορίας και των ιστοριών της, όταν τις ακούμε από ‘κείνους που τις διηγούνται; Κι αυτός ο κόσμος έπλεε και περπατούσε αργά για ατέλειωτους αιώνες, μέχρι τον 20ό. Που πέρασε πρίν λίγο, χωρίς να το καλοκαταλάβουμε, γιατί, ξαφνικά, σαν ν’ άρχισε η γη και τα ημερολόγια να γυρίζουν πολύ γρήγορα… Και χώρεσαν απίστευτα πολλά πράγματα σε πολύ λίγα χρόνια.
Κι αν δεν ασχοληθούμε μ’ όλ’ αυτά, με αφορμή κι αυτό το βιβλίο για το οποίο μιλάμε απόψε, τότε ποιό νόημα έχουν οι εκφράσεις «πολιτιστική κληρονομιά» και «παράδοση»;
Αν δεν ξέρουμε τι κληρονομήσαμε και τι μας παραδόθηκε; Η καθεστηκυία «παιδεία» των κυβερνήσεων, της μιάς, της άλλης και της τρίτης, δεν προφέρεται και δεν προσφέρει. Κανένα σχολείο στην Ελλάδα δεν διδάσκει πιά Όμηρο, Σαπφώ, Θουκυδίδη, Τρεις Ιεράρχες, Παπαδιαμάντη. Κανένα παιδί κι εγγόνι μας δεν ακούει στο σχολείο ότι η περσική ακρίδα του Ξέρξη στέρεψε τά ποτάμια που τρέχουν και σήμερα εδώ, δίπλα μας (τα γράφει ο Ηρόδοτος, έ;), ότι στο βυζαντινό τείχος της Θεσσαλονίκης είναι ενσωματωμένες, σε κοινή θέα, σήμερα, οι κερκίδες του ιπποδρόμου, που τον γκρέμισαν μετά την σφαγή του Θεοδοσίου (κι άς μετανόησε ο αυτοκράτωρ), για τά φρικτά σκλαβοπάζαρα μετά τις σφαγές της Θεσσαλονίκης και της Νάουσσας το 1821 και 1822, για το «ραγιαδιλίκι» των αγιορειτών που γράφει ο Τσάμης Καρατάσος, για τά μαρτύρια των Αγίων Νεομαρτύρων, την βενετσιάνικη κατοχή ακριβώς πρίν την οθωμανική, τον εμφύλιο πόλεμο των δύο Ανδρονίκων, παππού κι εγγονού, τις κυρίες Καστριτσίου, Σχοινά και Βαλαγιάννη, τις εθνικές ευεργεσίες τους και τις σχολές που διηύθυναν, την ασύλληπτη στρατιωτική ανοησία Κωνσταντίνου, Δούσμανη και επιτελείου και την αντίστοιχη πολιτική (ως εκ των συμπλεγμάτων του) του Δημητρίου Γούναρη, που δεν ξέρουμε (ή μήπως ξέρουμε;) σε ποιόν εγκέφαλο οφείλουμε την ντροπή να έχει τ’ όνομά του ο δρόμος από την Καμάρα στον Λευκό Πύργο…
Έχει, λοιπόν, και παιδευτικήν αξία το πόνημα. Είπαμε και πιο πρίν, κατά την ρήση της κας Γκράτζιου, «εγκυκλοπαίδεια».
Ανοίγεις τα περιεχόμενα και τα βρίσκεις όλα. Ή τουλάχιστον, τα εναύσματα, τις άκρες.
Βιβλιοπαρουσίαση "Εκ Δυσμών" στη Σίνδο

Απόσπασμα από την ομιλία – παρουσίαση του βιβλίου “Εκ Δυσμών” του κ. Βασίλη Βράκα:
“Η ταπεινή αλλά άκρως καθοριστική για την επιβίωση των κατοίκων της Θεσσαλονίκης ζωή των ξωμάχων του κάμπου ξαναζωντανεύει με συναρπαστικές περιγραφές , με αναφορές σε τοπωνύμια παλιών εποχών που ακόμη χρησιμοποιούνται από τους κατοίκους, με αναφορές στη συμβίωση των διαφορετικών εθνοτήτων ,στις φυσικές καταστροφές και αλλαγές στις κοίτες των μεγάλων ποταμών, στις επιδρομές, τις λεηλασίες, την πείνα ,την ερήμωση που έφερναν τα πάνω κάτω στη ζωή αυτών των ανθρώπων που στο συντριπτικό μέρος της ιστορίας τους ,με μικρές εξαιρέσεις, δούλευαν σαν κολλήγοι στα κτήματα των ισχυρών της κάθε εποχής.
Οι αναγνώστες και ιδίως εκείνοι που γεννήθηκαν ή έζησαν στον κάμπο θα ζήσουν μέσα από τις σελίδες του βιβλίου ιστορίες ,που άκουσαν από τους παλιούς και θα βρουν και πράγματα που συνδέονται με την δική τους ιστορία.
Προσωπικά εγώ είχα αρκετές τέτοιες εμπειρίες ,θα αναφέρω δυο χαρακτηριστικές .
Πληροφορήθηκα σε αυτό το βιβλίο για τις μεγάλες πλημμύρες στον κάμπο της Θεσσαλονίκης το 1908 , με τεράστιες καταστροφές της γεωργικής παραγωγής που έφερε πείνα και δυστυχία στον πληθυσμό όλης της Μακεδονίας. Κατάλαβα λοιπόν γιατί την επόμενη χρονιά, ο παππούς μου, νέο παλικάρι τότε ,μπαρκάρισε για την Αμερική σε αναζήτηση καλύτερης τύχης και βρήκα και τα σχετικά στοιχεία στα αρχεία του Ellis Island στη Ν.Υορκη , όπου στοιβάζαν σε καραντίνα τους μετανάστες , κατά μεγάλη πλειοψηφία από την περιοχή της υπόδουλης ακόμη Μακεδονίας.”.

Η συγκλονιστική “συνάντηση” του Βασίλη Βράκα με τον εγγονό του αρχιστρατήγου που παρέδωσε τη Θεσσαλονίκη.
“Πριν από αρκετά χρόνια , συνεργάστηκα με ένα αμερικανό Ηλεκτρονικό Μηχανικό, υπάλληλο γνωστής αμερικανικής Εταιρίας, με τη βοήθεια της οποίας αναβαθμίσαμε το σύστημα ελέγχου και ρύθμισης των Μονάδων Λειτουργίας που ήμουν υπεύθυνος.
Το όνομά του ήταν Remsi Messare. Mε είχε κάνει εντύπωση ότι μιλούσε άπταιστα Ελληνικά. Σε σχετική ερώτησή μου με απάντησε ότι μεγάλωσε στα Γιάννενα. Υπέθεσα, λόγω του ονόματος, ότι μπορεί να ανήκει στην άλλοτε σημαντική εβραική κοινότητα της πόλης και σταμάτησα εκει τη σχετική συζήτηση.
Στο βιβλίο, ο συγγραφέας κάνει εκτενή αναφορά στα γεγονότα που συνδέονται με την παράδοση της Θεσσαλονίκης στον ελληνικό στρατό το 1912 και που αφορούν και την Σίνδο, τότε Τέκελι , από το κτήριο του παλιού σιδηροδρομικού σταθμού της οποίας πέρασε και το ελληνικό Στρατηγείο.
Η αναίμακτη παράδοση της πόλης, οφείλεται κατά κύριο λόγο σε έναν άνθρωπο με τραγικό ριζικό. Τον στρατιωτικό διοικητή του Οθωμανικού Σώματος Στρατού Χασάν Ταχσίν Μπέη. Αλβανός στην καταγωγή, απόφοιτος της Ζωσιμαίας Σχολής Ιωαννίνων, μιλούσε άπταιστα πολλές γλώσσες και άπταιστα ελληνικά. Υπηρέτησε την Οθωμανική Αυτοκρατορία σε σπουδαίες θέσεις από την Αίγυπτο και τη Αραβία μέχρι την Κρήτη , που άφησε καλές εντυπώσεις στο χριστιανικό πληθυσμό. Αφού παρέδωσε την Θεσσαλονίκη στους Έλληνες, αρνούμενος δελεαστικές προσφορές των Βουλγάρων , θεωρήθηκε
προδότης από τις Οθωμανικές αρχές και έτυχε προστασίας από την Ελληνική Πολιτεία , που τον έστειλε και για λόγους υγείας στην Ελβετία, όπου και έζησε μέχρι τον θάνατό του. Τα οστά του μεταφέρθηκαν στο αλβανικό νεκροταφείο της Τριανδρίας και αργότερα ,σε αναγνώριση της προσφοράς του, στο προαύλιο χώρο του μουσείου του χωριού Γέφυρα, τότε Τοψίν που στεγάζεται στην έπαυλη του πρώην κτήματος Μοδιάνο. Εκεί μεταφέρθηκαν και τα οστά του γιού του Κενάν ,που ήταν και αυτός αξιωματικός, υπασπιστής του πατέρα του.
Το οικογενειακό όνομα του Ταχσίν Μπέη ήταν Messare. Και ο Remsi είναι εγγονός του Χασάν και γιός του Κενάν. Για μένα ήταν μια συναρπαστική αποκάλυψη για ένα γεγονός που σημάδεψε την τύχη μιας οικογένειας αλλά και των κατοίκων της πόλης της Θεσσαλονίκης.
Αγαπητέ Θόδωρε, θα ήθελα να σε ευχαριστήσω από καρδιάς για το ωραίο ταξίδι που έκανα με το βιβλίο σου. Με ανυπομονησία περιμένω το επόμενο.”
Εκ δυσμών – Στα ίχνη του μακεδονικού ελληνισμού – Μια διαχρονική ενατένιση της ιστορίας της Θεσσαλονίκης και του κάμπου της
Απόσπασμα από την ομιλία – παρουσίαση του βιβλίου “Εκ Δυσμών” του κ. Γιώργου Λυσαρίδη, προέδρου της Ευξείνου Λέσχης Θεσσαλονίκης και γιου του αείμνηστου Γυμνασιάρχη Χαράλαμπου:
“Θα ξεκινήσω με δυό λόγια για τη δομή του βιβλίου. Τίτλος του «Εκ Δυσμών». Ασφαλώς, όχι τυχαίος. «Η διαχρονική ενατένιση της ιστορίας της Θεσσαλονίκης και του κάμπου της», όπως είναι ο σκόπιμα επιλεγμένος υπότιτλος, αποκαλύπτει την πρόθεση του συγγραφέα να δηλώσει εξαρχής ότι ιχνηλατεί τον μακεδονικό ελληνισμό από τα δυτικά της Θεσσαλονίκης, από τον εύφορο και ζωοδότη κάμπο της, μήτρα και διαχρονικό τροφό της και, συγχρόνως, δικό του γενέθλιο τόπο, σαν από έναν τηλεσκοπικό φακό που ο ίδιος έστησε στην αυλή του σπιτιού του, στη Σίνδο.
Το βιβλίο αριθμεί 940 σελίδες.
Τα 21 διακριτά κεφάλαια, συμπληρώνονται στο τέλος του βιβλίου, από 2 «παραρτήματα». Το πρώτο είναι κατάλογος με τους αναφερόμενους στο περιεχόμενο του βιβλίου οικισμούς, με την παλιά (κατά την αντίστοιχη ντοπιολαλιά) ονομασία και δίπλα, με τη σύγχρονη τοπωνυμία και το δεύτερο, οι βιβλιογραφικές πηγές στις οποίες ανέτρεξε ο συγγραφέας (έλληνες και ξένοι συγγραφείς, εφημερίδες, περιοδικά, χειρόγραφα).”

“Στο κεφάλαιο 1, ο συγγραφέας κάνει αναφορά στη γεωγραφία του προς έρευνα χώρου, με στοιχεία για την εξελικτική διαμόρφωση των τμημάτων της ξηράς και του υδάτινου στοιχείου, δηλαδή του Θερμαϊκού κόλπου και των ποταμών Εχέδωρου (ο σημερινός Γαλλικός), Αξιού, Λουδία και Αλιάκμονα, με πολύ ενδιαφέρουσες πληροφορίες για την προέλευση της ονομασίας τους και τις διαδοχικές παραλλαγές, κατά τις γλωσσικές μεταλλάξεις και τα τοπικά ιδιόλεκτα, καθώς και για τα χαρακτηριστικά του ρού, των συστατικών του νερού, τη φύση του βυθού και του εδάφους των παρόχθιων περιοχών τους. Ιστορία και γεωγραφία συναντιούνται στο κεφάλαιο αυτό, για να φέρουν μπροστά στα μάτια του αναγνώστη τη διαμόρφωση του «κάμπου της Θεσσαλονίκης», με το πέρασμα των χρόνων.
Στο κεφάλαιο 2, οι πλούσιες ιστορικές πληροφορίες ανατρέχουν στη νεολιθική εποχή (7000 π.Χ. – 3200 π.Χ.) για να συναντήσουν τη δημιουργία 10 σημαντικών «οικισμών» της περιοχής, ανάμεσα στους οποίους και η «διπλή τράπεζα της Αγχιάλου», η οποία, κατά πιθανολόγηση του αρχαιολόγου Μιχαήλ Τιβέριου, ταυτίζεται με την Αρχαία Σίνδο.
Η ιστορική περιήγηση στους οικισμούς της περιοχής συνεχίζεται στο κεφάλαιο 3. Προέλληνες της Ηπειρωτικής Ελλάδας, οι Πελασγοί του μακεδονικού χώρου, προελληνικοί οικισμοί της Μακεδονίας, πληροφορίες για την απασχόληση και τις συνήθειες, για την οικονομία και το εμπόριο. Βοττιαία και Μυγδονία, Βοττιείς και Μύγδονες, στο επίκεντρο του συγγραφικού ενδιαφέροντος. Και συνέχεια στην αναφορά των οικισμών, με στοιχεία για τη δημιουργία τους και τον τρόπο ζωής των κατοίκων τους, όπως τον μαρτυρούν τα ευρήματα της αρχαιολογικής σκαπάνης. Τούμπα, Θέρμη, Πίλωρος (στρατόπεδο Καρατάσου), Ασπρόβρυση (Ωραιόκαστρο), οικισμοί Νάρες (Νέα Φιλαδέλφεια), Χαλάστρα, Γέφυρα, Καστανάς, Ίχνες (μεταξύ Κουφαλίων και Χαλκηδόνας), Αταλάντη, στις όχθες του Αξιού, Άλωρος, ανάμεσα στο Λουδία και στον Αλιάκμονα, Πέλλα και βέβαια, οικισμοί αρχαίας Σίνδου και αρχαίας Χαλάστρας, με πολύ πιό λεπτομερή αναφορά στα ιστορικά στοιχεία που αναφέρονται στη δημιουργία, στην κατοίκησή τους, στις καταστροφές και μετοικήσεις των κατοίκων τους, στις συνήθειες της καθημερινής τους ζωής.
Στα δύο επόμενα κεφάλαια, ο Θόδωρος Γκλαβέρης αναφέρεται στην περίοδο της ύστερης Οθωμανοκρατίας, δηλαδή από το δεύτερο μισό του 19 ου αιώνα μέχρι και την πρώτη δεκαετία του 20ού, στο κεφάλαιο 18 για την πόλη της Θεσσαλονίκης, στο 19 για τον κάμπο της. Έχουν προηγηθεί τα 2 μεταρρυθμιστικά διατάγματα , το «Χάτ-ι-Σερίφ Γκιουλχανέ» (το 1839) και το «Χατ-ι-Χουμαγιούν» (1856) και η Θεσσαλονίκη, παρά τη συνεχιζόμενη
οθωμανική κατοχή, αρχίζει να διαγράφει μιά ραγδαία ανοδική πορεία, σε όλα τα επίπεδα, οικονομικό, κοινωνικό, πολιτιστικό, εκπαιδευτικό. Ξεκινάει η πολεοδομική της ανασυγκρότηση, Pozelli, Arrigoni και άλλοι σπουδαίοι αρχιτέκτονες την προικίζουν σιγά σιγά με δημόσια κτήρια, επαύλεις, ξενοδοχεία, χώρους ψυχαγωγίας που, μερικά από αυτά, παραμένουν και στις μέρες μας με εμβληματική συμμετοχή στην ιδιοπροσωπία της πόλης μας.
Ανάμεσα στο 1890 και στο 1910, κυρίως, συγκροτούνται τα δίκτυα ύδρευσης και ηλεκτροδότησης στο εσωτερικό της πόλης, αναπτύσσονται ο σιδηρόδρομος, η ηλεκτρική τροχιοδρόμηση, οι ατμοπλοϊκές γραμμές, εκσυγχρονίζεται το λιμάνι, ανεγείρεται ο σιδηροδρομικός σταθμός και διαμορφώνονται οι 6 κύριες οδικές αρτηρίες της. Εμπόριο και βιομηχανία σε συνεχή ανάπτυξη, το επιχειρείν ανθίζει, η εκπαίδευση θωρακίζεται με
νέα εκπαιδευτήρια για ελληνόπαιδα αλλά και αλλογενείς, ιδρύονται τράπεζες, ανεγείρονται νοσοκομεία, εκδίδονται εφημερίδες.
Ο συγγραφέας, με πολύ ενδιαφέρουσες λεπτομέρειες, περιγράφει όλα τα παραπάνω, συγχρόνως δε αναφέρεται στις δύο μεγάλες πυρκαγιές, του 1890 και του 1896, που τραυμάτισαν την πόλη.
Και στον κάμπο, όμως, συντελείται σημαντική πρόοδος, ιδιαίτερα στους τομείς της εκπαίδευσης και των θρησκευτικών ελευθεριών. Γι΄ αυτό και κτίζονται πολυάριθμοι χριστιανικοί ναοί και ιδρύονται πολλά σχολεία στοιχειώδους εκπαίδευσης. Οι λοιπές συνθήκες ζωής των κατοίκων, πάντως, δεν αλλάζουν αισθητά. Τα μεγάλα τσιφλίκια και οι μεγαλοτσιφλικάδες διαφεντεύουν απόλυτα τους ξωμάχους της γης και της θάλασσας.
Αυτές τις συνθήκες διαβίωσης περιγράφει ο συγγραφέας για την περίοδο της ύστερης οθωμανοκρατίας στα χωριά και στους οικισμούς του κάμπου, που ονομαστικά, ένα-ένα, τα καταχωρίζει και καταγράφει σημαντικές πληροφορίες για τον χρόνο δημιουργίας τους, την ονοματοδοσία τους, τη σύνθεση του πληθυσμού τους, τα επαγγέλματα που ασκούσαν οι κάτοικοι και επιφανείς προσωπικότητες που ανέδειξαν.”

Εκ δυσμών – Στα ίχνη του μακεδονικού ελληνισμού – Μια διαχρονική ενατένιση της ιστορίας της Θεσσαλονίκης και του κάμπου της

Το βιβλίο ιχνηλατεί και καταγράφει, με σπάνιες λεπτομέρειες και πλούσια τεκμηρίωση, κυρίως μέσα από κείμενα συγγραφέων συγχρόνων των ιστορικών γεγονότων, καθώς και αρχαιολογικών ευρημάτων, την τρισχιλιετή ιστορία του κάμπου της Θεσσαλονίκης και της ίδιας της πόλης, από την ίδρυσή της το 315 π.Χ. μέχρι την απελευθέρωσή τους από τον οθωμανικό ζυγό, το 1912. Κατά συνέπεια, το ιστορικό αυτό πόνημα προσφέρει τη δυνατότητα στον αναγνώστη, τόσο μέσα τα κείμενά τους όσο και από τις δεκάδες φωτογραφίες του, να γνωρίσει, να αφουγκρασθεί και εν τέλει να εμπεδώσει την ιστορία του τόπου, στον οποίο γεννήθηκε, ζει ή δραστηριοποιείται.